- ραφιδάς
- ὁ, Αο ῥαφιδευτής*.[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥαφίς, -ίδος + κατάλ. -ᾶς (πρβλ. μαχαιρ-άς)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ῥαφίδας — ῥαφίς needle fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
TUNICA Inconsutilis — ut communiter redditur, Graece ἄῤραφος χιτῶν, Ioh. c. 19. v. 23. ubi de vestibus Domini nostri, ἦν δὲ ὁ χιτὼν ἄῤραφος, εν τῶ ἄνωθεν ὑφαντὸς δἰ ὅλου. Vide quoque v. seq. ubi de consilio militum, sortiendi potius, quam dividendi, eam: nonnullis… … Hofmann J. Lexicon universale
ραφίδα — η / ῥαφίς, ίδος, ΝΜΑ, και δωρ. τ. ῥαπίς ΜΑ βελόνα για ράψιμο (α. «εὐκοπώτερόν ἐστι κάμηλον διὰ τρυπήματος ραφίδος διελθεῑν», ΚΔ β. «ῥαφίδα καὶ λίνον λαβὼν τὸ ῥῆγμα σύρραψον τόδε», Άρχιππ.) νεοελλ. βοτ. βελονοειδής κρύσταλλος που απαντά σε… … Dictionary of Greek